Ο σύλλογος που θα καταστρέψει το ποδόσφαιρο

Το φαινόμενο της πεταλούδας βρίσκει ιδανική εφαρμογή στην περίπτωση της Λειψίας, ή πιο σωστά της ΡΜΠ Λειψίας. Ένα επαγγελματικό ταξίδι στην Ταϊλανδη του επικεφαλής μάρκετινγκ μιας γερμανικής οδοντόκρεμας το 1982 καταστρέφει το γερμανικό ποδόσφαιρο το 2016. Ήταν σε αυτό το ταξίδι όταν ο 39χρονος Αυστριακός Ντίτριχ Μάτεσιτς, γνώρισε τον Ταϊλανδό Τσάλεο Γιουβίντια, ο οποίος είχε εφεύρει το ποτό “Krating Daeng” (“Κόκκινος Βίσονας”).

Όταν ο Μάτεσιτς δοκίμασε το ποτό, θεώρησε ότι τον βοήθησε με το jet lag και δύο χρόνια αργότερα άφησε τη δουλειά του στην “Blendax”, άλλαξε λίγο τα συστατικά του “Krating Daeng” ώστε να ταιριάζει στις γευστικές απαιτήσεις του ευρωπαϊκού κοινού και μαζί με τον Γιουβίντια, σύστησε στον κόσμο το Red Bull…

Μετά από 32 χρόνια, η αυστριακή εταιρία “Red Bull GmbH” έχει εξελιχθεί σε έναν παγκόσμιο κολοσσό. Το ενεργειακό ποτό έχει καταστήσει ζάμπλουτο τον Μάτεσιτς και από το 2014 προσφέρει έσοδα ύψους άνω των 5.000.000.000 ευρώ στην εταιρία. Περίπου το 1/3 εξ αυτών επιστρέφει στην αγορά μέσω αθλητικού μάρκετινγκ, με το portfolio της εταιρίας να περιλαμβάνει αμέτρητες χορηγίες σε extreme sports, διοργανώσεις μοναδικών event και τη δημιουργία ή ανάληψη ποδοσφαιρικών ομάδων σε Αυστρία (Ρεντ Μπουλ Ζάλτσμπουργκ), ΗΠΑ (Ρεντ Μπουλ Νέας Υόρκης), Βραζιλία (Ρεντ Μπουλ Σάο Πάουλο), Σογκακόπε (Ρεντ Μπουλ Γκάνας) και φυσικά Γερμανία.

Η τελευταία περίπτωση είναι και η πλέον πολυσυζητημένη στον κόσμο. Η Λειψία βρίσκεται στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα μαζί με την Μπάγερν και μετά από 15 αγωνιστικές στη Bundesliga, αν και νεοφώτιστη, αμφισβητεί την κυριαρχία των Βαυαρών, όπως έκανε το 1997-1998 η Κάιζερσλαουτερν του Ότο Ρεχάγκελ, κατακτώντας το πρωτάθλημα στο τέλος της χρονιάς.

Σε αντίθεση με τους “κόκκινους διαβόλους, όμως, οι “κόκκινοι ταύροι” είναι μία ομάδα που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει, βάσει κανονισμών του γερμανικού ποδοσφαίρου και που σίγουρα το βασικό μέλημά της δεν είναι ούτε το πρωτάθλημα ούτε καν το ποδόσφαιρο, αλλά η καλύτερη προώθηση του ονόματος, αφού η ιδιοκτησία ενός συλλόγου παρέχει στην εταιρία ισχυρότερη branding ικανότητα, και τελικά η πώληση των ενεργειακών ποτών της εταιρίας.

Όταν η Red Bull έδωσε… φτερά σε μία πόλη

Με μία πρώτη ανάγνωση, η ΡΜΠ Λειψίας επιβεβαιώνει την μακιαβελική άποψη για τον σκοπό και τα μέσα επίτευξης, ωστόσο η βραχύβια ιστορία του συλλόγου είναι κάτι περισσότερο από την προσπάθεια μιας πολυεθνικής επιχείρησης να διαθέσει τα αγαθά της. Μια ιστορία που δεν αρχίζει καν από τον Μάιο του 2007, όταν ιδρύθηκε η ποδοσφαιρική ομάδα, αλλά περίπου 3,5 χρόνια νωρίτερα, όταν οι άνθρωποι της Red Bull αναζητούσαν μία πόλη στη Γερμανία για την έναρξη του πρότζεκτ τους.

Η Γερμανία βρισκόταν στο επίκεντρο του ποδοσφαιρικού κόσμου ως διοργανώτρια του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2006. Ο επικεφαλής της οργανωτικής επιτροπής και κορυφαίος ποδοσφαιριστής της χώρας, Φραντς Μπέκενμπαουερ, φίλος του Μάτεσιτς, μαθαίνει για τις διαθέσεις της Red Bull και προτείνει τη Λειψία ως έδρα για το εγχείρημα. Εξάλλου, πρόκειται για την πόλη όπου ιδρύθηκε η γερμανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία και που ανέδειξε την πρώτη πρωταθλήτρια στην ιστορία της χώρας, την ΦΦΜΠ Λειψίας.

Αν και πόλη που διψούσε για ποδόσφαιρο, η Λειψία εκπροσωπήθηκε για τελευταία φορά στη Bundesliga το 1994 και για τελευταία φορά σε επαγγελματικό επίπεδο το 1998. Για μία πόλη που το 1987 εκπροσωπήθηκε στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων με τη Λοκομοτίβ Λειψίας (όπως ονομαζόταν τότε η ΦΦΜΠ Λειψίας), αυτό το χρονικό διάστημα ποδοσφαιρικού μαρασμού θα μπορούσε να θεωρείτο μεγάλο, εάν δεν υπήρχε ο… ελέφαντας στο δωμάτιο, η μάχη της επιβίωσης μιας οικονομίας της Ανατολικής Γερμανίας έναντι της Δύσης.

Η πτώση του Τείχους το 1989 βρήκε απροετοίμαστες της κοινωνίες της Ανατολικής Γερμανίας να ανταγωνιστούν σε οποιοδήποτε επίπεδο εκείνες του δυτικού τμήματος της χώρας. Στο ποδόσφαιρο, η Ντινάμο Βερολίνου (ομάδα της μυστικής υπηρεσίας ασφαλείας της Ανατολικής Γερμανίας Stasi), η Ντινάμο Δρέσδης, η Χάνζα Ρόστοκ, η Λοκομοτίβ Λειψίας, η Καρλ Τσάις Ίενα, η Τσέμι Λειψίας, όλες πρωταθλήτριες Ανατολικής Γερμανίας, δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, αφού προέρχονταν από ένα ερασιτεχνικό πρωτάθλημα και καλούνταν να ανταγωνιστούν οικονομικά μεγαθήρια όπως η Μπάγερν, η Λεβερκούζεν και το Αμβούργο, με έσοδα εκατομμυρίων μάρκων.

Οι ισορροπίες μεταβλήθηκαν και οι ανατολικοί σύλλογοι δεν κυνηγούσαν πλέον την ομάδα της κρατικής υπηρεσίας ασφαλείας (Stasi), Ντινάμο Βερολίνου, αλλά πλειάδα δυτικών ομάδων, πολύ πιο ανεπτυγμένων και με περισσότερες δυνατότητες. Αρκετές ομάδες διαλύθηκαν, άλλες καταρρακώθηκαν, όπως η Λοκομοτίβ Λειψίας που επέστρεψε στην παλιά ονομασία της, ΦΦΜΠ Λειψίας, ωστόσο μετά από μία σεζόν στη Bundesliga (1993-1994), υποβιβάστηκε και δεν κοίταξε ψηλά εκ νέου. Το 2004, μάλιστα, χρεοκόπησε και επέστρεψε στο προσκήνιο, στις ερασιτεχνικές κατηγορίες, ξανά ως Λοκομοτίβ.

Η ΑΡΧΗ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟ ΖΑΛΤΣΜΠΟΥΡΓΚ

Την ίδια περίοδο, στη γειτονική Αυστρία, η Red Bull άρχιζε το “ποδοσφαιρικό πείραμά” της, “υιοθετώντας” τη μέχρι τότε τρεις φορές πρωταθλήτρια Αούστρια Ζάλτσμπουργκ. Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο στην Αυστρία, αφού από το 1999 μέχρι το 2005, η (τότε) 22 φορές πρωταθλήτρια της χώρας, Αούστρια Βιέννης, είχε μετατραπεί σε Αούστρια Μέμφις Μάγκνα, όπου “Memphis” η μάρκα τσιγάρων του Αυστριακοκαναδού δισεκατομμυριούχου Φρανκ Στρόναχ.

Η διαφορά με την Ζάλτσμπουργκ ήταν ότι το rebranding του συλλόγου ήταν ολοκληρωτικό και επέφερε αλλαγή σήματος, αλλαγή χρωμάτων και ουσιαστικά αποκοπή από τις παραδόσεις. Το βιολετί της φανέλας του συλλόγου μετατράπηκε στο κόκκινο άσπρο της Red Bull, το όνομα έγινε Ρεντ Μπουλ Ζάλτσμπουργκ, το έμβλημα ουσιαστικά ήταν το σήμα της Red Bull.

Μερίδα απηυδησμένων φιλάθλων προσπάθησαν να βρουν μία “χρυσή τομή” με την εταιρία, αλλά δεν τα κατάφεραν, με συνέπεια να πάρουν την κυριότητα της ονομασίας “Αούστρια Ζάλτσμπουργκ” και να σχηματίσουν νέο σύλλογο, στις ερασιτεχνικές κατηγορίες, ο οποίος πέρυσι έφτασε να αγωνιστεί μέχρι τη δεύτερη τη τάξει κατηγορία του εγχώριου πρωταθληματος (αλλά στη συνέχεια υποβιβάστηκε λόγω οικονομικών προβλημάτων).

Η ΛΕΙΨΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΤΡΕΙΣ ΥΠΟΨΗΦΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ

Στη Γερμανία, οι φίλοι της Λοκομοτίβ που είχαν βιώσει περισσότερες επιτυχίες όλες αυτές τις δεκαετίες, αντιστάθηκαν περισσότερο στο πρότζεκτ της Red Bull και απέτρεψαν την οποιαδήποτε ενασχόληση με την ομάδα τους. Δεν συνέβη το ίδιο με τη Σάχσεν Λειψίας, μια μικρότερη ομάδα της δέκατης μεγαλύτερης πόλης της Γερμανίας, η οποία ήταν ένας από τους δύο συλλόγους που προέκυψαν από την Τσέμι Λειψίας (ο άλλος ήταν η Τσέμι που ιδρύθηκε το 1997). Μέλος της τέταρτης κατηγορίας (Oberliga) εκείνη την εποχή και με τεράστια οικονομικά προβλήματα, δεν προέβαλε αντίσταση τα πλάνα της Red Bull να επενδύσει 50.000.000 ευρώ στον σύλλογο.

Το πρόβλημα εντοπίστηκε από την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της χώρας, η οποία είχε την ευθύνη για τη διεξαγωγή του πρωταθλήματος της κατηγορίας και η οποία βάση κανονισμού, δεν επέτρεπε ένας σύλλογος να φέρει την ονομασία και το έμβλημα μιας επιχείρησης. Την ίδια στιγμή, φίλαθλοι της Σάχσεν προκάλεσαν ακόμα και επεισόδια στο άκουσμα των σχεδίων της αυστριακής εταιρίας.

Το πλάνο εγκαταλείφθηκε και οι άνθρωποι της Red Bull στράφηκαν στις υπόλοιπες τρεις γερμανικές πόλεις που το τμήμα μάρκετινγκ είχε ξεχωρίσει ως ιδανικές για τον σκοπό τους. Η πρώτη ήταν το Αμβούργο, όπου συναντήθηκαν με τους ανθρώπους της Ζανκτ Πάουλι για να συζητήσουν μία χορηγική συμφωνία. Όταν αυτοί αντιλήφθηκαν ότι η πραγματική επιθυμία της Red Bull ήταν κάτι παραπάνω από αυτό, διέκοψαν τις επαφές. Οι διαπραγματεύσεις με τη Μόναχο 1860 έληξαν επίσης χωρίς αποτέλεσμα, ενώ όταν έγινε γνωστό από τις συζητήσεις με τη Φορτούνα Ντίσελντορφ ότι επιθυμία ήταν η μετονομασία σε Ρεντ Μπουλ Ντίσελντορφ, οι φίλοι της ομάδας αντέδρασαν έντονα, με συνέπεια να χαλάσουν κι εδώ τα πλάνα της εταιρίας.

Η λύση δόθηκε από τον Γερμανό παραγωγό ταινιών και επιχειρηματία Μίχαελ Κέλμελ, ο οποίος είχε φέρει σε επαφή τη Red Bull με τη Σάχσεν, ως χορηγός της τελευταίας. Περίπου 13 χιλιόμετρα μακριά από τη Λειψία, στο χωριό Μάρκρανστατ, υπήρχε η τοπική ομάδα που αγωνιζόταν στην πέμπτη τη τάξει κατηγορία της γερμανικής πυραμίδας, για την οποία υπεύθυνη ήταν η ένωση της ομοσπονδίας της Σαξονίας και όχι η DFB. Με τους κατάλληλους χειρισμούς, η Red Bull θα μπορούσε να αποκτήσει τον εν λόγω σύλλογο, με τον Κέλμελ να αποζητά ευκαιρία κέρδους με αυτόν τον τρόπο από το “Τσέντραλσταντιον”, το στάδιο της πόλης που χτίστηκε για το Μουντιάλ του 2006 και του οποίου ήταν ιδιοκτήτης.

Η Red Bull δεν μπορούσε να αναμιχθεί και να διαταράξει ομάδες υψηλότερης κλίμακας, ενώ δεν ενδιαφερόταν για ομάδες πολυ χαμηλά στις κατηγορίες του γερμανικού πρωταθλήματος. Η Μάρκρανστατ της προσέφερε μία ιδανική βάση για το πλάνο της και μόλις μέσα σε πέντε εβδομάδες ήρθε σε συμφωνία για την άδεια συμμετοχής του συλλόγου στην Oberliga έναντι αντιτίμου 350.000 ευρώ.

ΤΟ ΚΟΛΠΟ ΜΕ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ

Η RasenBallsport Leipzig e.V. ιδρύθηκε στις 19 Μαΐου 2009, όχι με τον τρόπο που επεδίωκε η Red Bull. Το καταστατικό της ποδοσφαιρικής ένωσης της Σαξονίας, στο άρθρο 12, προέβλεπε ότι “τροποποιήσεις, προσθήκες ή επανασχεδιασμοί ονομασίας και σήματος συλλόγων για διαφημιστικούς σκοπούς δεν επιτρέπονται”. Ένας κανονισμός που με τον ίδιο ορισμό ισχύει και για όλο το γερμανικό ποδόσφαιρο και βρίσκεται στο άρθρο 15 της γερμανικής λίγκας που διοργανώνει τις πρώτες κατηγορίες της χώρας.

Εξαίρεση στον κανόνα αποτελούν σύλλογοι που έχουν ιδρυθεί ως αθλητικές εταιρίες και ως εκ τούτου φέρουν όνομα ή έμβλημα επιχείρησης, όπως η Μπάγερ Λεβερκούζεν ή η Καρλ Τσάις Ίενα. Η DFB είχε προσπαθήσει να αποτρέψει μία τάση που πήγε να δημιουργηθεί τη δεκαετία του ’70 με τη μετονομασία της Βάλντχοφ σε Chio Βάλντχοφ Μάνχαϊμ από μία εταιρία με τσιπς και τη μετονομασία της Βεστφάλια σε Βεστφάλια Goldin Herne λόγω χορηγίας από πετρελαϊκή εταιρία, όπως επισημαίνει το γερμανικό περιοδικό “11Freunde“.

Η λύση για την Red Bull ήρθε και πάλι από αλλού και συγκεκριμένα από τη Βεστφαλία. Το 1996, η ΤΟΥΣ Άλεν και η Μπλάους Βάις Άλεν συγχωνεύτηκαν και σχημάτισαν την Leichtathletik und Rasensport (“στίβος και άθλημα γρασιδιού”) Ahlen, ή εν συντομία LR Άλεν. Όλως… τυχαίως, αυτά τα αρχικά θύμιζαν την εταιρία καλλυντικών “LR International”, ιδιοκτησίας του ντόπιου επιχειρηματία Χέλμουτ Σπίκερ, του βασικού… χορηγού της Άλεν. Προπονητής της Άλεν εκείνη την περίοδο ήταν ο Γιόαχιμ Κρουγκ, ο οποίος το 2009, με την ίδρυση της RasenBallsport Leipzig e.V. ανέλαβε αθλητικός διευθυντής του συλλόγου και πιθανότατα ήταν αυτός που έδωσε την ιδέα για το πώς μπορεί να παρακαμφθεί ο κανονισμός του ποδοσφαιρικού καταστατικού της Σαξονίας.

Οι άνθρωποι της Red Bull ουσιαστικά εφηύραν τη λέξη “RasenBallsport”, η οποία σημαίνει “γρασίδι μπάλα άθλημα”.Κράτησαν μπροστά από τη Λειψία τα αρχικά RB τα οποία… όλως τυχαίως θυμίζουν την αυστριακή εταιρία. Όσο για το έμβλημα, την πρώτη χρονιά ο σύλλογος δεν χρησιμοποίησε σε επίσημη υποχρέωση κάποιο έμβλημα, αφού το σήμα που προτάθηκε και ουσιαστικά ήταν αυτό της Red Bull δεν έγινε δεκτό από τους αρμόδιους φορείς. Παρ’ όλα αυτά, σε όλες τις ανεπίσημες υποχρεώσεις χρησιμοποιήθηκε το σήμα της Red Bull, ενώ το παρατσούκλι της ομάδας ήταν “κόκκινοι ταύροι”, ώστε να προωηθηθεί ακόμη περισσότερο η επίσημη σχέση με την εταιρία.

Μαζί με την άδεια συμμετοχής στην Oberliga, η Red Bull αγόρασε από την Μάρκρανστατ την πρώτη ομάδα της και ακόμα τρεις ομάδες. Παρ’ όλα αυτά, για να συμμετάσχει στο πρωτάθλημα, έπρεπε να έχει και τουλάχιστον τέσσερις ομάδες στις ακαδημίες, μεταξύ των οποίων ομάδα κ-19 (A-Junioren). Η Μάρκρανστατ είχε διατηρήσει τις ακαδημίες της και η Red Bull απευθύνθηκε ξανά στη Σάχσεν κι ενώ στο μεσοδιάστημα έλαβε προσωρινή άδεια ενός έτους από την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της βορειοανατολικής Γερμανίας για να διευθετήσει το ζήτημα. Η ΡΜΠ Λειψίας απέκτησε τέσσερις ομάδες των ακαδημιών της Σάχσεν και η μεταβίβαση εγκρίθηκε από την ποδοσφαιρική ένωση Σαξονίας, ώστε να αποφευχθεί η διαρροή των ταλέντων της πόλης, μιας και η Σάχσεν είχε σταματήσει να χρηματοδοτεί τις ακαδημίες της λόγω έλλειψης πόρων. Εξάλλου, η Red Bull είχε υποσχεθεί να επενδύσει 15.000.000 ευρώ στις ακαδημίες της.

Προβιβασμοί, αλλαγή γηπέδου και… Βάλνερ

Μετά από την αναβολή ορισμένων φιλικών αγώνων για λόγους ασφαλείας, το ντεμπούτο της Λειψίας έγινε στις 10 Ιουλίου 2009, σε φιλικό με αντίπαλο την Μπάνεβιτς της έκτης κατηγορίας, στο “Σταντιον αμ Μπαντ” του Μάρκρανστατ. Η Λειψία νίκησε με 5-0, όσο ήταν και το σκορ στο πρώτο παιχνίδι για κάποια διοργάνωση, στις 31 Ιουλίου, όταν υποδέχθηκε την Μπλάου Βάις Λειψίας για το Κύπελλο Σαξονίας. Το πρώτο παιχνίδι πρωταθλήματος στην ιστορία του συλλόγου διεξήχθη εκτός έδρας στις 8 Αυγούστου με αντίπαλο τη δεύτερη ομάδα της Καρλ Τσάις Ίενα και το τελικό αποτέλεσμα ήταν 1-1.

Η Λειψία αναδείχθηκε με διαφορά η καλύτερη ομάδα της NOFV–Oberliga Süd. Μάλιστα, ως πρωταθλήτρια χειμώνα, κατάφερε να πείσει τον Τίμο Ροστ της Κότμπους να… υποβιβαστεί τρεις κατηγορίες και να γίνει η μεγάλη μεταγραφή του Ιανουαρίου. Το τέλος της χρονιάς τη βρήκε νικήτρια της κατηγορίας (μαθηματικά από την 25η αγωνιστική) με 74-17 τέρματα και μόλις δύο ήττες.

Στο τέλος της σεζόν 2009-2010 η Red Bull προχώρησε σε μία πολύ σημαντική στρατηγική απόφαση. Προτεραιότητα στο ποδοσφαιρικό portfolio της έπαυε να έχει η Ζάλτσμπουργκ και το χρίσμα πήγαινε στη Λειψία, που μόλις είχε εξασφαλίσει το δικαίωμα να αγωνιστεί στη Regionalliga, στην τέταρτη κατηγορία του γερμανικού πρωταθλήματος.

Τα λόγια άρχισαν να μετουσιώνονται σε πράξης από το ίδιο καλοκαίρι, όταν η ομάδα έφυγε από το “Σταντιον αμ Μπαντ” και μετακόμισε στο “Τσέντραλσταντιον” των 43.000 θέσεων. Εξάλλου, οι απευθείας διαπραγματεύσεις γι’ αυτήν την κίνηση με τον Μίχαελ Κέλμελ είχαν αρχίσει από την περίοδο της ίδρυσης της ΡΜΠ Λειψίας κι ενώ η Red Bull είχε κρατήσει το δικαίωμα στη μετονομασία του γηπέδου, ουσιαστικά αποτρέποντας οποιονδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο… ενοικιαστή του γηπέδου. Από την πρώτη μέρα αλλαγής έδρας, το μεγαλύτερο γήπεδο της πόλης των 500.000 κατοίκων μετονομάστηκε σε “Ρεντ Μπουλ Αρένα”. Τα εγκαίνια έγιναν με ένα φιλικό παιχνίδι κόντρα στη Σάλκε μπροστά σε 21.566 θεατές στις 24 Ιουλίου 2010, όπου η Λειψία ηττήθηκε με 2-1. Το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι στο “Στάντιον αμ Μπαντ” πραγματοποιήθηκε έξι ημέρες αργότερα, απέναντι στη Χέρτα, όπου η Λειψία πήρε μία ιστορική νίκη με 2-1.

Η Λειψία παρατάχθηκε στη Regionalliga Nord με το σήμα της, το οποίο εγκρίθηκε με προεδρική απόφαση από την ένωση Σαξονίας τον Μάιο του 2010. Το κίνητρο ήταν σαφές, αφού μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο, ο σύλλογος είχε ενισχύσει την τοπική κοινωνία και ο δήμαρχος Λειψίας, Χάικο Ρόζενταλ, τον χαρακτήριζε ως “το καλύτερο πράγμα που μπορεί να συμβεί στην πόλη για την οικονομική άνθησή της”. Ο σύλλογος είχε επενδύσει ήδη 5.000.000 ευρώ μόνο για το προπονητικό κέντρο και ακολούθησαν ακόμα 30.000.000 ευρώ για τη δημιουργία των πιο σύγχρονων προπονητικών εγκαταστάσεων, που περιλαμβάνουν έξι γήπεδα και μία ακαδημία, στην Ανατολική Γερμανία.

Ο κόσμος άρχισε να αγκαλιάζει αυτήν την προσπάθεια. Μπορεί η σεζόν στη “Ρεντ Μπουλ Αρένα” να άρχισε με 4.028 θεατές στον αγώνα με την Τουρκιγέμσπορ Βερολίνου, ωστόσο ολοκληρώθηκε με 13.958 θεατές στον τελικό του Κυπέλλου Σαξονίας κόντρα στην Τσέμνιτσερ, που αποτέλεσε τον πρώτο τίτλο στη σύντομη ιστορία της ομάδας.

Το τέλος της σεζόν βρήκε την ομάδα στην 4η θέση της βαθμολογίας, με συνέπεια να μην πάρει τον δεύτερο από τους τέσσερις προβιβασμούς μέχρι τη Bundesliga, σε βάθος δεκαετίας που είχε οριστεί αρχικά ως στόχος. Αργότερα, ο Μάτεσιτς θα δήλωνε στο γερμανικό “NZZ” ότι “χτίζουμε τη Λειψία με τον στόχο να παίζει στη Bundesliga σε τρία με πέντε χρόνια. Θέλουμε να παίξουμε στο Champions League και να έχουμε επιτυχία, κάτι που γίνεται μόνο με μία ομάδα που αγωνίζεται στην κορυφαία κατηγορία”.

Η διοίκηση άλλαξε προπονητή και έφερε στην τέταρτη κατηγορία τον επί πέντε χρόνια τεχνικό της Ράπιντ Βιέννης, Πέτερ Πάκουλτ, κίνηση που οδήγησε στην παραίτηση του πρώην διεθνή Γερμανού μέσου Τόμας Λίνκε, ο οποίος είχε προσληφθεί εβδομάδες νωρίτερα ως αθλητικός διευθυντής.

Στις 29 Ιουλίου 2011, η ΡΜΠ Λειψίας έκανε ντεμπούτο στο Κύπελλο Γερμανίας, αφού μπροστά σε 31.212 θεατές υποδέχθηκε τη Βόλφσμπουργκ για τον 1ο γύρο του θεσμού. το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή τη βρήκε νικήτρια με 3-2 χάρη σε χατ τρικ του Ντάνιελ Φραν, στη σημαντικότερη νίκη μέχρι τότε, έστω κι αν στον επόμενο γύρο αποκλείστηκε από την Άουγκσμπουργκ.

Στο πρωτάθλημα, η κατάληξη δεν ήταν το ίδιο ευτυχής. Η ομάδα έκανε ξανά πορεία πρωταθλητισμού και τον Φεβρουάριο του 2012 κατέγραψε την πιο ευρεία νίκη της, με 8-2 επί της Βίλχελμσαφεν. Σε αυτό το παιχνίδι έκανε χατ τρικ ένας… πρωταγωνιστής του ελληνικού ποδοσφαίρου, ο Ρόμαν Βάλνερ, ο οποίος ήταν μία από τις πρώτες “μεταγγίσεις” Λειψίας από τη Ζάλτσμπουργκ. Παρ’ όλα αυτά, η τελική βαθμολογία τη βρήκε στην τρίτη θέση, δίνοντας έναυσμα για ακόμα μία σειρά αλλαγών.

ΤΑ “ΗΝΙΑ” ΣΤΟΝ ΡΑΝΓΚΝΙΚ

Το οργανόγραμμα του ποδοσφαιρικού τμήματος της Red Bull απέκτησε ακόμα ένα όνομα με περγαμηνές. Ο Ραλφ Ράνγκνικ, ο πρώην προπονητής της Σάλκε, αναλάμβανε αθλητικός διευθυντής τόσο στη Ζάλτσμπουργκ όσο και στη Λειψία. Σκοπός αυτονόητος, θα επαναλάβει το θαύμα της Χόφενχαϊμ, την οποία οδήγησε από τη Regionalliga στα “σαλόνια” της Bundesliga την πενταετία 2006-2011 όπου βρέθηκε στον πάγκο. Μάλιστα, στην “παρθενική” σεζόν στην κορυφαία κατηγορία, η επί χρόνια άσημη, ερασιτεχνική ομάδα, κατόρθωσε να πάρει τον τίτλο του Herbstmeister, του πρωταθλητή χειμώνα, με 35 βαθμούς σε 17 αγώνες και 42-17 τέρματα, με πρωταγωνιστή τον Βένταντ Ιμπίσεβιτς (18 γκολ στον 1ο γύρο) και συμπαραστάτες τους Σέγιαν Σαλίχοβιτς, Ντεμπά Μπα και Τσινέντου Ομπάσι. Η ρήξη χιαστών του Βόσνιου επιθετικού και το φυσιολογικό “ξεφούσκωμα” των “νεοφώτιστων” οδήγησε σε κατάρρευση στον 2ο γύρο και σε πλασάρισμα εκτός Ευρώπης, στην 7η θέση, τέσσερις πόντους από την Ντόρτμουντ στην πρώτη χρονιά του Γίργκεν Κλοπ.

Το πρότζεκτ ήταν γνωστό, η πρόσληψη του φέρελπι Αλεξάντερ Τσόρνινγκερ στον πάγκο αποδείχθηκε επιτυχημένη και η Λειψία κατέκτησε ξανά το Κύπελλο Σαξονίας κόντρα στην Τσέμνιτσερ και αναδείχθηκε πρωτοπόρος της Regionalliga Nordost με 14 βαθμούς διαφορά από την Καρλ Τσάις Ίενα. Αυτό το πλασάρισμα της έδινε την πρόκριση στα μπαράζ ανόδου με την πρωτοπόρο της δύσης, Σπόρτφροϊντε Λότε. Η Λειψία κέρδισε τον εντός έδρας αγώνα με 2-0 μπροστά σε 30.104 φιλάθλους, καταρρίπτοντας το ρεκόρ της τέταρτης κατηγορίας και με το 2-2 στη ρεβάνς, προβιβάστηκε στην 3. Liga.

Η αναμόρφωση των κατηγοριών στη Γερμανία ευνόησε τη Λειψία, αφού η τρίτη τη τάξει κατηγορία δεν ήταν επαγγελματική πλέον και δεν υπαγόταν στους κανονισμούς της λίγκας. Η συμμετοχής της έγινε κανονικά για τη σεζόν 2013-2014, στην οποία υπήρξε και ελληνική παρουσία, αφού μία από τις μεταγραφές του καλοκαιριού ήταν ο Χρήστος Παπαδημητρίου από την ΑΕΚ (αποχώρησε τον χειμώνα της ίδιας σεζόν). Μία άλλη μεταγραφή ήταν ένας 18χρονος από τις ακαδημίες της Στουτγκάρδης που δεν είχε αγωνιστεί στην πρώτη ομάδα των Σουηβών και που τρία χρόνια αργότερα θα θεωρούταν το μεγαλύτερο ταλέντο στη χώρα και ένα βασικό γρανάζι της Μπάγερν και της εθνικής Γερμανίας. Ο λόγος για τον Γιόζουα Κίμιχ, ο οποίος στοίχισε περίπου 500.000 ευρώ στη Λειψία.

Ο αποκλεισμός στον 1ο γύρο του DFB Pokal από την Άουγκσμπουργκ στις 2 Αυγούστου σηματοδότησε την πρώτη ήττα της ομάδας μετά από έναν χρόνο. Η συνέχεια ήταν καλύτερη, αφού το τέλος της χρονιάς τη βρήκε να συντρίβει με 5-1 την Ζάαρμπρικεν μπροστά σε 42.713 θεατές στο “Τσέντραλσταντιον” και να εξασφαλίζει τη 2η θέση της βαθμολογίας, που έδινε το “εισιτήριο” του προβιβασμού στην επαγγελματική κατηγορία της Zweiteliga.

Ο κανονισμός “50+1” και η παράκαμψη της Λειψίας

Η αδειοδότηση στις ομάδες της Zweiteliga περνούσε από την DFB στην DFL. Η λίγκα ανακοίνωσε από τις 22 Απριλίου ότι θα χορηγούσε άδεια στη Λειψία, αρκεί να συμμορφωνόταν σε τρεις απαιτήσεις της, που είχαν να κάνουν με το έμβλημα και τη διοίκηση του συλλόγου. Αιτήματα που προκάλεσαν αντιδράσεις, αφού έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με τον τρόπο λειτουργίας του συλλόγου μέχρι εκείνη τη στιγμή. Η δεύτερη πράξη της κόντρας δύο διαφορετικών κόσμων, του ρομαντικού ποδοσφαίρου και του προϊόντος ποδοσφαίρου, ήταν προ των πυλών.

Μέχρι το 1998, οι κανονισμοί στη Γερμανία δεν επέτρεπαν σε μία επιχείρηση να κατέχει κάποιο ποσοστό στις επαγγελματικές ομάδες. Ο κανονισμός άλλαξε το 1998, επιτρέποντας στους συλλόγους να μετατραπούν σε Ανώνυμες Εταιρίες. Απαραίτητη προϋπόθεση, ο σύλλογος, δηλαδή τα μέλη του, να κατέχουν πάντοτε τουλάχιστον το 50% συν μία μετοχή της Ανώνυμης Εταιρίας, ώστε να μη χαθεί ποτέ το δικαίωμα ψήφου των φιλάθλων.

Εξαιρέσεις επιτρέπονται μόνο σε περιπτώσεις που μία ομάδα έχει ιστορικούς δεσμούς με μία επιχείρηση, όπως συμβαίνει με τη Λεβερκούζεν, που ιδρύθηκε από εργάτες των εργοστασίων της Bayer, και με τη Βόλφσμπουργκ, που ιδρύθηκε από τους εργάτες του εργοστασίου της Volkswagen. Οι δύο εταιρίες αποτελούν ταυτόχρονα και μεγαλομετόχους των ποδοσφαιρικών συλλόγων, χωρίς να προκύπτει κάποιο πρόβλημα.

Ομοίως, σε περίπτωση που μία εταιρία συμμετάσχει στα δρώμενα ενός συλλόγου για πάνω από 20 χρόνια, είτε ως χορηγός είτε ως μικρομέτοχος, αποδεικνύοντας ότι έχει ως σκοπό το καλό του συλλόγου, τότε μπορεί να διεκδικήσει έγκριση για την εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών. Αυτό εν μέρει συνέβη με τη Χόφενχαϊμ, η οποία από το 2000 χρηματοδοτείται από τον πρώην παίκτη της και νυν δισεκατομμυριούχο Ντίτμαρ Χοπ, συνιδρυτή της εταιρίας λογισμικού “SAP”, ο οποίος κατέχει το 49% των μετοχών της ΑΕ στην οποί ανήκει η Χόφενχαϊμ, όμως ελέγχει τον σύλλογο διοικητικά μέσω στελεχών του.

Η Red Bull είναι μία εταιρία από την Αυστρία που δεν έχει κανέναν δεσμό με τη Λειψία και τυπικά δεν κάλυπτε τα προαπαιτούμενα για την αδειοδότηση του συλλόγου, ώστε να συμμετέχει στα επαγγελματικά πρωταθλήματα. Το οργανόγραμμα της ΡΜΠ Λειψίας, όμως, ήταν τέτοιο, ώστε να παρακάμψει τους κανονισμούς. Τα μέλη της κατά τη σύσταση της ποδοσφαιρικής ανώνυμης εταιρίας το 2009 ήταν μόλις εννέα και όλοι υπάλληλοι της Red Bull.

Κάθε μέλος του συλλόγου πλήρωνε 100 ευρώ για την εγγραφή του και 800 ως ετήσια συνδρομή. Η απόκριση στην αίτησή του μπορούσε να καθυστερήσει μέχρι και έξι μήνες, ενώ ο σύλλογος είχε το δικαίωμα να απορρίψει οποιαδήποτε αίτηση, χωρίς να αιτιολογήσει την απόφαση αυτή. Η… επιλογή μελών ήταν τόσο προκλητική, που μεταξύ των εννέα πρώτων υπήρχαν δύο μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Ζάλτσμπουργκ, ο Βάλντερ Μπάχινγκερ και ο δρ. Φόλκερ Φίχτμπαουερ.

Όσοι φίλαθλοι επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στα διοικητικά δρώμενα της ομάδας, ως είθισται στη Γερμανία σε όλους τους άλλους επαγγελματικούς συλλόγους, το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να εγγραφούν στα (τότε) δύο επίσημα fan club. Η εγγραφή αυτό προσέφερε τη δυνατότητα στο κοινό να συμμετάσχει σε διάφορες δραστηριότητες με τους παίκτες, ειδικά προνόμια στο γήπεδο κ.ά., αλλά όχι δικαίωμα ψήφου στις γενικές συνελεύσεις. “Δεν είμαστε κλασική περίπτωση οργανισμού με μέλη και δεν θέλουμε να γίνουμε”, δήλωσε ο τότε υπεύθυνος επικοινωνίας της ομάδας, Σαρίφ Σουκρί.

Ενάντια στις επιταγές του κανονισμού 50+1 ήταν και ο τρόπος με τον οποίο είχε δομηθεί η διοίκηση της ομάδας. Ένα τριμελές επίτιμο συμβούλιο σχηματιζόταν από τα μέλη της ομάδας. Ακολούθως, επέλεγε τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, τα οποία λάμβαναν όλες τις αποφάσεις. Όπως είναι κατανοητό, τα μέλη και των δύο συμβουλίων απαρτίζονταν από υπαλλήλους ή συνεργάτες της Red Bull.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ

Το πρώτο από τα τρία πράγματα που η λίγκα ζήτησε να αλλάξουν είναι το σήμα, το οποίο παρέπεμπε ευθέως στην αυστριακή εταιρία. Το δεύτερο ήταν ο τρόπος διοίκησης του συλλόγου, ώστε να μην παίρνουν τις αποφάσεις για την ομάδα στελέχη της Red Bull και το τρίτο ήταν να μειωθούν τα εμπόδια για την εγγραφή μελών στον σύλλογο.

Η Λειψία άσκησε έφεση η οποία απορρίφθηκε. Ο Μάτεσιτς εμφανίστηκε με δηλώσεις του διατεθειμένος ακόμα και να παρατήσει το πρότζεκτ στο οποίο είχε επενδύσει ήδη 100.000.000 ευρώ, προκαλώντας σοβαρά οικονομικά προβλήματα στην κοινωνία της Λειψίας. Η Λειψία άσκησε νέα έφεση και την ημέρα της εξέτασης από την επιτροπή αδειοδότησης της λίγκας, προέκυψε συμβιβασμός των δύο πλευρών.

Το σήμα της ομάδας υπέστη πέντε αλλαγές, στα πρότυπα του σήματος που χρησιμοποιεί η Ρεντ Μπουλ Ζάλτσμπουργκ στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις λόγω των κανονισμών της UEFA (και μάλιστα χάνει το “Ρεντ Μπουλ” από την ονομασία). Ο ήλιος πίσω από την μπάλα ποδοσφαίρου δεν υπάρχει πλέον, η μπάλα γίνεται μεγαλύτερη, το RB φεύγει από πάνω και πηγαίνει πριν από τη λέξη Leipzig και τα γράμματά του χάνουν το κόκκινο χρώμα και γίνονται πιο χοντρά.

Τα συμβούλια της ομάδας αλλάζουν μορφή και πλέον το επίτιμο συμβούλιο δεν μπορεί να επιλέγει για το διοικητικό υπαλλήλους της Red Bull. Επιπλέον, δημιουργείται ακόμα ένα συμβούλιο επίβλεψης, το οποίο απαρτίζεται από υπαλλήλους της Red Bull, που αναλαμβάνει διάφορες αρμοδιότητες του επίτιμου συμβουλίου.

Τέλος, δημιουργείται η κατηγορία των επίσημων υποστηρικτών μελών. Η συνδρομή κυμαίνεται από 70 μέχρι 1.000 ευρώ ετησίως, χρήματα τα οποία αξιοποιούνται στις ακαδημίες. Τα προνόμια των επίσημων υποστηρικτών μελών, μεταξύ άλλων, είναι η δυνατότητα να συναντούν παίκτες από κοντά, να χρησιμοποιούν το γυμναστήριο της “Ρεντ Μπουλ Αρένα” και να παρευρίσκονται στις γενικές συνελεύσεις, αλλά πάλι χωρίς δικαίωμα ψήφου. Παρ’ όλα αυτά, εκπροσωπούνται από ένα μέλος στην επιτροπή επίβλεψης του συλλόγου.

Η ΛΕΙΨΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ

Η… αποσύνδεση της ποδοσφαιρικής ομάδας με τη Red Bull ολοκληρώθηκε στη θεωρία και η λίγκα χορήγησε άδεια στην ΡΜΠ Λειψίας, ώστε να συμμετάσχει στην Zweiteliga τη σεζόν 2014-2015. Αρκετοί παίκτες μετακόμισαν στη Λειψία, μεταξύ των οποίων ο αδερφός του Σάμι Κεντίρα, Ρανί, ο διεθνής Αυστριακός φορ Μάρσελ Ζάμπιτσερ, ο διεθνής εξτρέμ με την εθνική Βελγίου κ-21 Μάσιμο Μπρούνο και ο διεθνής Αμερικανός επιθετικός Τέρενς Μπόιντ. Ο σύλλογος ξόδεψε 12.000.000 ευρώ σε καλοκαιρινές μεταγραφές, το όγδοο υψηλότερο ποσό μεταξύ των συλλόγων της πρώτης και δεύτερης κατηγορίας.

Τα εγκαίνια της σεζόν έγιναν με μία πολύ… υψηλή προσκεκλημένη, την Παρί Σεν Ζερμέν του Ζλάταν Ιμπραχίμοβιτς. Οι Γερμανοί επικράτησαν με 4-2 στο φιλικό του Ιουλίου στη Λειψία, αλλά η συνέχεια δεν ήταν το ίδιο καλή. Μπορεί να έφτασε μέχρι τη φάση των 16 στο κύπελλο, αλλά ο 1ος γύρος τη βρήκε στην 8η θέση της βαθμολογίας. Τον χειμώνα του 2014-2015 δαπάνησε ακόμη 10.700.000 ευρώ για να αγοράσει παίκτες όπως ο Έμιλ Φόρσμπεγκ από τη Μάλμε και ο Ομάρ Νταβαρί από την Αούστρια Βιέννης.

Η ήττα 2-0 από την έτερη ομάδα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας στην κατηγορία, Άουε, τον Φεβρουάριο, οδηγεί στην πόρτα εξόδου τον Τσόρνινγκερ, παρά τους δύο προβιβασμούς σε δύο χρόνια θητείας. Ο προπονητής της κ-17, Άχιμ Μπάιερλορτσερ, αναλαμβάνει την πρώτη ομάδα ως το τέλος, με τον στόχο του προβιβασμού να παίρνει παράταση για έναν χρόνο. Η Βόλφσμπουργκ παίρνει εκδίκηση για τον προ διετίας αποκλεισμό στο κύπελλο, στον πρώτο sold out αγώνα της “Ρεντ Μπουλ Αρένα” (43.348 θεατές).

Ο Ράνγκνικ αποτυγχάνει να πείσει τον Τόμας Τούχελ, μετά από την εξαίσια πορεία του ως διάδοχος του Κλοπ στη Μάιντς, να ενταχθεί στο πρότζεκτ. Ο προπονητής ακαδημιών της Λεβερκούζεν, Σάσα Λεβαντόβσκι, ο οποίος αυτοκτόνησε μερικούς μήνες αργότερα, επίσης αρνήθηκε τη θέση. Τον Μάιο του 2015, ο Ράνγκνικ ανακοίνωσε ότι επιστρέφει στους πάγκους, με βοηθό τον Μπάιερλορτσερ και στόχο τον εξής έναν: να γίνει η Λειψία ομάδα κορυφής.

Οι διαθέσεις έγιναν ορατές από τον καθέναν, όταν ο σύλλογος άρπαξε ένα από τα πιο μεγάλα επιθετικά ταλέντα της χώρας, τον Ντάβι Ζέλκε, αγοράζοντάς τον από τη Βέρντερ έναντι 8.000.000 ευρώ (ρεκόρ για τη Zweiteliga). Πλήρωσε 5.000.000 για τον Ατίντς Νουκάν της Μπεσίκτας, πήρε τους Μάρσελ Χάλστενμπεργκ και Βίλι Όρμπαν από αντιπάλους στην κατηγορία (Ζανκτ Πάουλο και Κάιζερσλαουτερν αντιστοίχως), ωστόσο δεν κατάφερε να ανακόψει το όνειρο του Κίμιχ, που επέστρεψε στην Στουτγκάρδη (ο σύλλογος είχε δικαίωμα επαναγοράς για 1.500.000 ευρώ) και από εκεί πωλήθηκε στην Μπάγερν έναντι 8.500.000 ευρώ.

Οι Μπρούνο και Ζάμπιτσερ επέστρεψαν από τους δανεισμούς τους στη Ζάλτσμπουργκ και ο Αυστριακός διεθνής αμυντικός μέσος Στέφαν Ίλζανκερ ακολούθησε το ίδιο δρομολόγιο, προκαλώντας παροξυσμό στους φίλους της αυστριακής ομάδας, που την έβλεπαν να εξελίσσεται σε τροφό ενός συλλόγου που κυριολεκτικά δεν υπήρχε προ έξι ετών.

Τα περίπου 18.500.000 ευρώ που δαπανήθηκαν το καλοκαίρι του 2015 έπιασαν τόπο. Μπορεί στο κύπελλο να πέρασε τον 1ο γύρο στα χαρτιά (διεκόπη ο αγώνας με την Όσναμπρικ λόγω επεισοδίων) και στον 2ο γύρο να αποκλείστηκε από ομάδα τέταρτης κατηγορίας, ωστόσο στο πρωτάθλημα κατάφερε να πλασαριστεί στη 2η θέση και να εξασφαλίσει την “παρθενική” παρουσία της στη Bundesliga. Αυτό που το 2009 είχε τεθεί ως στόχος δεκαετίας, η Λειψία χρειάστηκε μόλις επτά χρόνια για να το κατορθώσει…

Χάζενχουτλ: “Κλοπ των Άλπεων”, “δήμιος” της ΑΕΚ

Η Λειψία είχε φτάσει στην πηγή και έπρεπε να πιει νερό. Οι κινήσεις για τη νέα σεζόν έπρεπε να είναι απόλυτα προσεκτικές. Ο Ράνγκνικ δεν ήθελε να συνεχίσει στον πάγκο και από τα μέσα της σεζόν 2015-2016 αναζητούσε τον διάδοχό του. Αυτήν τη φορά, ένα όνομα στριφογύριζε στο μυαλό του και είχε όλα τα προσόντα για να αναλάβει τα “ηνία’, διότι ήταν το… αντίθετο από εκείνον! Ο Ραλφ Χάζενχουτλ είναι Αυστριακός και υπήρξε γυρολόγος επιθετικός με πλούσιο βιογραφικό, οκτώ διεθνείς συμμετοχές και πάνω από 150 γκολ στην καριέρα του. Ένα εξ αυτών, “μαχαιριά” για το ελληνικό ποδόσφαιρο…

Ήταν Νοέμβριος του 1994, όταν η ΑΕΚ υποδεχόταν την Ζάλτσμπουργκ, την Καζινό Ζάλτσμπουργκ όπως ήταν γνωστή τότε για διαφημιστικούς λόγους, στο “Νίκος Γκούμας”. Η 5η αγωνιστική του 4ου ομίλου του Champions League άφηνε ορισμένες μαθηματικές ελπίδες στην πρώτη ελληνική ομάδα που συμμετείχε στην αναμορφωμένη διοργάνωση να διεκδικήσει πρόκριση στα προημιτελικά. Η Ένωση είχε αναδειχθεί ισόπαλη 0-0 στην Αυστρία, με τον Χάζενχουτλ, τον νεοαποκτηθέντα επιθετικό της Ζάλτσμπουργκ, να γίνεται αλλαγή στο ημίχρονο.

Στο παιχνίδι της Νέας Φιλαδέλφειας, όμως, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Στο 7ο λεπτό, ήταν αυτός που κέρδισε το φάουλ από τον Μιχάλη Βλάχο, από το οποίο προήλθε το πρώτο γκολ του Χάιμο Πφάιφενμπεργκερ. Δύο λεπτά αργότερα, ο τελευταίος διπλασίασε τα τέρματα των Αυστριακών ξανά με κεφαλιά και παρά τη μείωση του σκορ από τον Βλάχο στο 28′, ο Χάζενχουτλ σημείωσε το τρίτο γκολ των πρωταθλητών Αυστρίας και φιναλίστ του Κυπέλλου UEFA την προηγούμενη χρονιά, διαμορφώνοντας το τελικό 1-3. Οι ελπίδες πρόκρισης των “κιτρινόμαυρων” εκμηδενίστηκαν, Άγιαξ και Μίλαν προκρίθηκαν μαζί και σχημάτισαν και το ζευγάρι του τελικού με νικητές τους Ολλανδούς του Λουίς φαν Χάαλ και ο Χάζενχουτλ συνέχισε την ποδοσφαιρική πορεία του σε Μέχελεν, Λιρς, Κολονία και Γκρόιτερ Φιρτ μέχρι το 2002

“ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΑΠΟ ΜΙΚΡΗ ΗΛΙΚΙΑ

Σε ηλικία 35 ετών, η καριέρα του βρισκόταν στη δύση, όταν βρήκε ένα απρόσμενο τελευταίο συμβόλαιο. Ο προπονητής της δεύτερης ομάδας της Μπάγερν, Χέρμαν Γκέρλαντ, έψαχνε έναν έμπειρο ποδοσφαιριστή για να βοηθήσει στη γαλούχηση εξαιρετικά ταλαντούχων παικτών, ώστε να τους προετοιμάσει για την πρώτη ομάδα. Δύο ονόματα νεαρών ποδοσφαιριστών, έφτασαν να γίνουν αρχηγός και υπαρχηγός στην πρωταθλήτρια Ευρώπης Μπάγερν και στην πρωταθλήτρια κόσμου Γερμανία: Φίλιπ Λαμ και Μπάσταν Σβάινσταϊγκερ.

Ο Χάζενχουτλ κάθισε δύο χρόνια στο Μόναχο και έδειξε ψήγματα των ικανοτήτων του ως “δάσκαλος” νεαρών παικτών. Ο Ράνγκνικ είχε σχηματίσει ένα έμψυχο δυναμικό με ελάχιστους ποδοσφαιριστές άνω των 24 ετών και το προφίλ του Χάζενχουτλ ταίριαζε στις απαιτήσεις της Λειψίας. Η προϋπηρεσία, δε, ήταν τουλάχιστον επαρκής.

Ο Αυστριακός έκανε την αρχή του ως προπονητής ακαδημιών στην Ουντερχάχινγκ και αργότερα ως βοηθός του Βέρνερ Λόραντ. Όταν ο τελευταίος παραιτήθηκε το 2007, ανέλαβε ο Χάζενχουτλ, ο οποίος οδήγησε τον βαυαρικό σύλλογο στη συμμετοχή του στη νεοσύστατη 3. Liga, που το 2008-2009 θα έπαιρνε τη θέση της Regionalliga ως η τρίτη κατηγορία του γερμανικού πρωταθλήματος. Μάλιστα, έφτασε μία ανάσα πριν από την άνοδο στην Zweiteliga, αλλά τελικά έμεινε 4ος και μετά από ένα κακό ξεκίνημα τη νέα χρονιά, απολύθηκε.

Τον Ιανουάριο του 2011 κλήθηκε να βάλει δίχτυ στην ελεύθερη πτώση της Άλεν στην ίδια κατηγορία. Τα κατάφερε και την επόμενη σεζόν “ανοικοδόμησε” την ομάδα με οκτώ προσθήκες και 14 αποχωρήσεις, οδηγώντας την σε προβιβασμό στην Zweiteliga. Η ζάλη από το ύψος δεν τον επηρέασε, άντεξε στην πίεση και τερμάτισε στην 9η θέση, παίζοντας ποδόσφαιρο αντεπιθέσεων με σχηματισμούς 4-4-2 και 4-5-1 που θα τον ακολουθούσαν και στη μετέπειτα πορεία του. Το τέλος της χρονιάς τον βρήκε εκτός ομάδας λόγω διαφωνιών με τον αθλητικό διευθυντή και πρώην παίκτη της Μπάγερν, Μάρκους Σουπ, σχετικά με την πολιτική λιτότητας που ήθελε να επιβάλει.

Τον Οκτώβριο του 2013 προσελήφθη από την ουραγό της Zweiteliga, Ίνγκολστατ. Στην πρώτη σεζόν του την οδήγησε στη 10η θέση και στη δεύτερη σεζόν του κατέκτησε το πρωτάθλημα της δεύτερης κατηγορίας, με συνέπεια την πρώτη παρουσία του συλλόγου στην Bundesliga. Ο Χάζενχουτλ αντεπεξήλθε για ακόμα μία φορά στις αυξημένες απαιτήσεις, παρουσιάζοντας μία συμπαγή ομάδα, που κράτησε το μηδέν στις τέσσερις από τις πρώτες πέντε αγωνιστικές. Η πρώτη χρονιά στη Bundesliga βρήκε την ομάδα με το δεύτερο μικρότερο μπάτζετ (πάνω μόνο από την επίσης “νεοφώτιστη” Ντάρμστατ) να δέχεται μόλις 42 τέρματα, πίσω μόνο από Μπάγερν, Ντόρτμουντ και Λεβερκούζεν, να καταγράφει δέκα νίκες και να τερματίζει στην 11η θέση της βαθμολογίας.

Η πρώτη χρονιά του κάτω από τα φώτα της δημοσιότητας του απέφεραν το προσωνύμιο “ο Κλοπ των Άλπεων”, λόγω της παραστατικότητάς του όταν δίνει οδηγίες από τον πάγκο. Ζει την κάθε στιγμή του αγώνα, οι παίκτες τον λατρεύουν και τους εμπνέει με κάθε ευκαιρία. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο “ESPN”, “πριν από κάθε παιχνίδι, ο Χάζενχουτλ ζητάει από όλους να καθίσουν σε έναν κύκλο, να κλείσουν τα μάτια και να ακούσουν την ομιλία του”.

Το καλοκαίρι του 2016 αποφάσισε να κλείσει ο ίδιος τον κύκλο του στον βαυαρικό σύλλογο, αφού ήδη είχε έρθει σε επαφή με τον αθλητικό διευθυντή της Λειψίας. Τα χνώτα του επιθετκογενή Ράνγκνικ με τον αμυντικογενή Χάζενχουτλ ταίριαξαν δίχως άλλο, τόσο στον σχεδιασμό του συλλόγου, όσο και στην παρουσία του στον αγωνιστικό χώρο.

Το παιχνίδι των νέων που δεν αντιμετωπίζεται

“Για μένα, η εμπειρία μπορεί να υπερεκτιμηθεί”, είχε δηλώσει ο Ράνγκνικ, ο οποίος τόσο στη Ζάλτσμπουργκ όσο και στη Λειψία τηρούσε στο μέτρο του δυνατού τον κανόνα των “24 και κάτω” στη μεταγραφική πολιτική. Ακόμα και όταν οι κόποι του “καρποφόρησαν”, απέφυγε να βουτήξει το χέρι στο βάζο με το μέλι. Παρότι διέθετε ένα από τα πιο ισχυρά ταμεία της Bundesliga, έκανε μεταγραφές τηρώντας τους ηλικιακούς περιορισμούς που είχε θεσπίσει.

Σε μία “φαρέτρα” που περιελάμβανε τους Γιουσούφ Πόουλσον (από τους πρώτους που αποκτήθηκαν το 2013), Ζέλκε, Φόρσμπεγκ, Ζάμπιτσερ, Ίλζανκερ, προστέθηκε ο 21χρονος δεξιός μπακ Μπερνάρντο με 6.000.000 ευρώ από τη Ζάλτσμπουργκ και ο 21χρονος κεντρικός μέσος Ναμπί Κείτά έναντι 15.000.000 ευρώ επίσης από το… ομόσταυλο σωματείο της Αυστρίας. Με το ίδιο ποσό απέκτησε τον “νέο Γκάρεθ Μπέιλ”, τον Σκοτσέζο Όλιβερ Μπερκ από τη Νότιγχαμ, στέλνοντας διεθνές μήνυμα για τις… ορέξεις του συλλόγου. Ο 20χρονος εξτρέμ Τίμο Βέρνερ αποχώρησε από την υποβιβασμένη Στουτγκάρδη έναντι 10.000.000 ευρώ. Ο 23χρονος αναπληρωματικός τερματοφύλακας Μάριους Μίλερ κόστισε 1.700.000 ευρώ, ενώ ο 22χρονος αναπληρωματικός δεξιός μπακ Μπένο Σμιτς έφυγε επίσης από τη Ζάλτσμπουργκ μόλις για 800.000 ευρώ. Στην… παρέα προστέθηκε με μονοετή δανεισμό από τη Λεβερκούζεν έναντι 1.500.000 ευρώ και ένας Έλληνας, ο 24χρονος Κυριάκος Παπαδόπουλος, ο οποίος είχε εργαστεί με τον Ράνγκνικ τη σεζόν 2010-2011 στη Σάλκε και προσπαθούσε να αναστήσει την καριέρα του μετά από συνεχόμενες ατυχίες με τραυματισμούς.

Συνολικά, το μεταγραφικό ισοζύγιο ήταν αρνητικό κατά 50.000.000 ευρώ το καλοκαίρι του 2016, ξεπερνώντας ακόμα και αυτό της Μπάγερν και της Ντόρτμουντ. Τα αποτελέσματα στον αγωνιστικό χώρο, όμως, άρχισαν από νωρίς να κάνουν απόσβεση. Μπορεί η χρονιά να άρχισε με αποκλεισμό στο κύπελλο από τη Ντινάμο Δρέσδης στα πέναλτι, ωστόσο στο πρωτάθλημα χρειάστηκε να περάσουν 13 αγωνιστικές για να γνωρίσει την ήττα, από την ουραγό Ίνγκολστατ κατά ειρωνική σύμπτωση.

Σε αυτούς τους τρεις μήνες περιλαμβάνεται ένα σερί οκτώ νικών, ένα ρεκόρ αήττητου σερί “νεοφώτιστης” ομάδας και ορισμένες κομβικές εμφανίσεις, στις οποίες η Λειψία απέδειξε ότι δεν πρόκειται για “φωτοβολίδα” και ότι η παρουσία της στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα μόνο τυχαία δεν ήταν.

4-2-2-2 ΚΑΙ ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΑΜΥΝΑ

Μόλις στη 2η αγωνιστική, ο Χάζενχουτλ κέρδισε την τακτική μάχη με τον άλλοτε υποψήφιο για τη θέση του, Τούχελ, αφού η Λειψία υπέταξε με χαρακτηριστική άνεση την Ντόρτμουντ με 1-0 στη “Ρεντ Μπουλ Αρένα”. Η μέθοδος θυμίζει την προ διετίας Λεβερκούζεν, η οποία με καθοδηγητή τον πρώην προπονητή της Ζάλτσμπουργκ (προσελήφθη επί Ράνγκνικ), Ρόγκερ Σμιτ, οδήγησε την ομάδα του στην 3η θέση χρησιμοποιώντας ένα σύστημα 4-2-2-2.

Το παιχνίδι του Σμιτ στην Αυστρία ευνοήθηκε από την παρουσία δύο νεαρών επιθετικών που προσέφεραν ακατάπαυστο τρέξιμο και γκολ. Οι Σαντιό Μανέ και Κέβιν Καμπλ, που πλέον ανήκουν σε Λίβερπουλ και Λεβερκούζεν αντίστοιχα, οδήγησαν τους Αυστριακούς στο νταμπλ του 2014 με ένα ποδόσφαιρο γεμάτο ταχύτητα και επιθετική άμυνα, ένα ποδόσφαιρο σχολής Ράνγκνικ, που πλέον διαδίδεται σε όλη τη Γερμανία.

“Παίζουμε επιθετική άμυνα, βγαίνουμε μπροστά, κινούμαστε ευθεία προς το τέρμα, όχι κάθετα ή προς τα πίσω”, είναι το σύνθημα του Χάζενχουτλ, με τις ευλογίες του Ράνγκνικ, για τον τρόπο που θα αγωνίζονται οι παίκτες του στη Λειψία.

Όταν ο αντίπαλος γίνεται κάτοχος της μπάλας σε οργανωμένη επίθεση, οι δύο πιο ακραίοι μέσοι βγαίνουν στο ύψος των δύο επιθετικών και σχηματίζουν την πρώτη ζώνη άμυνας, εξαναγκάζοντας τον αντίπαλο σε παράλληλες μεταβιβάσεις. Όταν αποφασίσει να πασάρει μπροστά, σχηματίζεται δεύτερη ανασταλτική τετράδα από τους εναπομείναντες μέσους και κάποιους αμυντικούς εάν χρειαστεί, η οποία συμπιέζει τον ελεύθερο χώρο με τη βοήθεια της πρώτης γραμμής άμυνας και ανακτά την κατοχή της μπάλας. Αν επιχειρήσει να πασάρει στα πλάγια, τότε οι δύο επιθετικοί πιέζουν τον νέο κάτοχο της μπάλας, ενώ μαζί με τους τέσσερις μέσους πίσω τους σχηματίζεται ένα ορθογώνιο, που εξανεμίζει όλες τις προωθημένες επιλογές πάσας.

ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΛΕΝΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

Με αυτόν τον τρόπο, η Λειψία είναι πρώτη στα γκολ στην κόντρα σύμφωνα με το “WhoScored.co” (επτά, από πέντε έχουν Αμβούργο και Μπάγερν) και διαθέτει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ευστοχίας στα σουτ (5,6 ανά αγώνα, πίσω μόνο από Ντόρτμουντ και Μπάγερν), αφού οι προσπάθειές της συνήθως γίνονται υπό καλές προϋποθέσεις στην αντεπίθεση. Αντιθέτως, διαθέτει ποσοστό ευστοχίας στις μεταβιβάσεις μόλις 73,4% (14η σε 18 ομάδες) και κατοχή μόλις 50,5% (7η), αφού δεν χρειάζεται να έχει την μπάλα στα πόδια της και όταν την έχει, επιτίθεται άμεσα και με ταχύτητα, χωρίς να χρειάζεται αναζήτηση διαδρόμων στην ήδη ανοιχτή αντίπαλη άμυνα.

Με αυτόν τον τρόπο κρατούν και το παιχνίδι μακριά από την περιοχή του Πέτερ Γκούλατσι, με συνέπεια να έχουν δεχθεί μόλις δώδεκα τέρματα (δεύτερη καλύτερη επίδοση μαζί με την Άιντραχτ Φρανκφούρτης), με αυτόν τον τρόπο η Ντόρτμουντ είχε μόλις ένα εύστοχο σουτ στη μεταξύ τους συνάντηση, με αυτόν τον τρόπο διατηρεί τακτικό πλεονέκτημα έναντι σχεδόν των αντιπάλων της στη Bundesliga, αφού ελάχιστες μπορούν να αντιπαρατάξουν τόση τρέξιμο, ταχύτητα και συμπαγές σύστημα.

Αναπόφευκτη εξέλιξη η εκτόξευση της χρηματιστηριακής αξίας των βασικών “γραναζιών” της μηχανής από τη Σαξονία. Ο Κεϊτά σε ρόλο… Μάρκο Βεράτι είναι ο 4ος καλύτερος ντριμπλέρ στη Bundesliga και ουσιαστικά είναι αυτός που κρατάει τον “άξονα των έξι” σε συμμετρία. Ο Βέρντερ αποκτήθηκε ως ταλέντο, αλλά φέτος έγινε ο νεαρότερος παίκτης στην ιστορία της Bundesliga που φτάνει τις εκατό συμμετοχές (κατέρριψε για 22 μέρες το ρεκόρ του Γιούλιαν Ντράξλερ) και με εννέα γκολ είναι ο πρώτος σκόρερ της ομάδας του. Ο ύψους 1,93μ. Πόουλσεν βοηθάει στο γρήγορο σπάσιμο της μπάλας στους ταχύτατους συμπαίκτες του, ο Φόρσμπεργκ από αριστερά είναι ο πρώτος σε ασίστ με εννέα (συν πέντε γκολ) στο πρωτάθλημα, ενώ τέσσερις ασίστ και άλλα τόσα γκολ έχει ο Ζάμπιτσερ από δεξιά. Συνολικά, μόνο ένα από τα 31 γκολ του συλλόγου έχει επιτευχθεί από παίκτη άνω των 24 ετών!

Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στο αμυντικό τρανζίσιον, παρότι ο Μάρβιν Κόμπερ, που αποκτήθηκε αθόρυβα προ τριών ετών είχε δώσει τα διαπιστευτήριά του στο “θαύμα” της Χόφενχαϊμ υπό τις οδηγίες του Ράνγκνικ προ ετών, και ο Όρμπαν έχουν καλή επικοινωνία στον αγωνιστικό χώρο. Ορισμένα ατομικά λάθη, λίγο ο υπερβάλλων ενθουσιασμός έχει οδηγήσει σε μερικά γκολ που θα μπορούσαν να αποφευχθούν, αλλά έχουν στοιχίσει ελάχιστα. Εξάλλου, η Λειψία βρέθηκε να κυνηγάει στο σκορ μόλις για 113 λεπτά, συνολικά σε τρία παιχνίδια: στην πρεμιέρα με Χόφενχαϊμ (2-2, 10 λεπτά), στην ανατροπή επί της Λεβερκούζεν (νίκη 3-2, 25 λεπτά) και στην ήττα από την Ίνγκολστατ (0-1, 78 λεπτά).

Πέτρες, φτύσιμο, γουρουνοκεφαλές

Η Λειψία είναι αναγκασμένη να ζει δύο πραγματικότητες, αυτήν εντός κι εκείνη εκτός αγωνιστικού χώρου. Στην πρώτη, αποτελεί μία από τις καλύτερες ομάδες της Γερμανίας, προσφέρει θέαμα και ουσία και με καθαρά ποδοσφαιρικά κριτήρια, θα έπρεπε να χειροκροτείται σε κάθε γήπεδο. Εδώ και επτά χρόνια, όμως, υπερισχύει η δεύτερη πραγματικότητα…

Από τον πρώτο αγώνα πρωταθλήματος στην ιστορία της, τον ισόπαλο 1-1 κόντρα στην Καρλ Τσάις Ίενα, διαφάνηκαν οι προθέσεις των αντιπάλων φιλάθλων. Η υποδοχή του πούλμαν έγινε με πέτρες, οι παίκτες έκαναν την προθέρμανσή τους κάτω από φτυσίματα και μετά από το τέλος του αγώνα έτρεξαν στο λεωφορείο χωρίς να κάνουν ντους, ώστε να διαφύγουν υπό τη συνοδεία περιπολικού.

Τα προβλήματα συνεχίστηκαν και σε ανώτερες κατηγορίες. Όταν η αποστολή της ομάδας ταξίδεψε για έναν εκτός έδρας αγώνα κόντρα στη Χάλεσεν στην 3. Liga, χρειάστηκαν 500 αστυνομικοί  για να διασφαλίσουν την τάξη. Το πούλμαν της ομάδας δέχθηκε ξανά επίθεση, αυτήν τη φορά με μπουκάλια και μολότοφ. Λίγους μήνες αργότερα, στον εκτός έδρας αγώνα με την Χόλσταϊν Κιλ, η πόλη του Κιέλου είχε πλημμυρίσει με αφίσες του αγώνα. Μόνο που αντί για το ΡΜΠ Λειψίας, η ονομασία του αντιπάλου της τοπικής ομάδας είχε μετατραπεί σε “Red Bull Schweine”, δηλαδή “Ρεντ Μπουλ γουρούνια”. Ένα πανό στην εξέδρα των γηπεδούχων… υπερθεμάτιζε: “Σκατά Ρεντ Μπουλ”.

Το 2014, στην έδρα της Ουνιόν Βερολίνου, οι 20.000 οπαδοί των γηπεδούχων φόρεσαν μαύρα πλαστικά πόντσος και έμειναν για 15 λεπτά σιωπηλοί μετά από τη σέντρα, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τον “πλαστικό σύλλογο” που υπήρχε στον αγωνιστικό χώρο, τη Λειψία. Στο matchday programme, μάλιστα, στη σελίδα που παραδοσιακά είναι αφιερωμένη στον φιλοξενούμενοι, οι άνθρωποι της Ουνιόν είχαν γράψει άρθρο 700 λέξεων για την ιστορία της εκτροφής ταύρων!

Τον Φεβρουάριο του 2015, πριν από τον αγώνα με την Άουε, οπαδοί των γηπεδούχων σήκωσαν δύο πανό με τα οποία παρομοίαζαν τον Μάτεσιτς με τον Αδόλφο Χίτλερ και τους οπαδούς της Λειψίας με τους ναζί. “Ένας Αυστριακός σας καλεί κι εσείς τον ακολουθείτε τυφλά. Κάθε παιδί γνωρίζει πώς τελειώνει αυτή η ιστορία. Θα κάνατε καλούς ναζί”, ήταν το μήνυμα, που συνοδευόταν με μία εικόνα του Μάτεσιτς με στολή ναζί.

Η λίγκα τιμώρησε την Άουε με πρόστιμο 35.000 ευρώ, ωστόσο δεν ήταν η μοναδική ομάδα που τιμωρήθηκε για… χάρη της Λειψίας. Στη φετινή πρεμιέρα της σεζόν, στον 1ο γύρο του Κυπέλλου Γερμανίας στη Δρέσδη κόντρα στη Ντινάμο, οπαδοί των γηπεδούχων πέταξαν στον αγωνιστικό χώρο μία γουρουνοκεφαλή.

Στο αμέσως επόμενο παιχνίδι, κόντρα στη Χόφενχαϊμ για την πρεμιέρα του πρωταθλήματος, οι φίλοι των γηπεδούχων αντέδρασαν για έναν τελείως διαφορετικό λόγο. “Θέλουμε τον θρόνο μας πίσω: ο πιο μισητός σύλλογος της Γερμανίας”, έγραφε το πανό για την ομάδα που μαζί με την Μπάγερν είναι με διαφορά οι πιο αντιπαθητικές μεταξύ των αντιπάλων φιλάθλων.

Οι ρομαντικοί φίλαθλοι της Ντόρτμουντ επιχείρησαν να στείλουν το δικό τους μήνυμα, απέχοντας από τον αγώνα στη “Ρεντ Μπουλ Αρένα” και παρακολουθώντας αντιθέτως τον αγώνα της δεύτερης ομάδας τους με την Βούπερταλερ στο “Ζίγκναλ Ίντουνα Παρκ”. Η συμβολική κίνησή τους δεν είχε την επιτυχία που προσδοκούσαν, αφού η εξέδρα των φιλοξενουμένων γέμισε από άλλους οπαδούς της Μπορούσια, ενώ κάποιοι εξ αυτών προμηθεύτηκαν ακόμα και εισιτήρια στις θέσεις των γηπεδούχων. “Ο πιο μισητός σύλλογος της Γερμανίας δεν θα πληγεί στο ελάχιστο από τις διαμαρτυρίες. Το γήπεδο θα είναι γεμάτο, η Red Bull θα συνεχίσει να επενδύει και η Λειψία θα συνεχίσει να παίζει”, είχε προβλέψει η εφημερίδα “Westdeutsche Allgemeine Zeitung”.

Οι οπαδοί του Αμβούργου έκαναν πορεία διαμαρτυρίας με σύνθημα “Όχι στην ΡΜΠ” και πέταξαν μπογιά στο πούλμαν της Λειψίας πριν από τον μεταξύ τους αγώνα τον Σεπτέμβριο, ενώ οι οπαδοί της Κολονίας καθυστέρησαν για 15 λεπτά την άφιξη του πούλμαν πριν από τον δικό τους αγώνα.

“Φυσικά και η Ντόρτμουντ βγάζει χρήματα, αλλά το κάνει για να παίζει ποδόσφαιρο. Η Λειψία παίζει ποδόσφαιρο για να προωθεί προϊόντα και τρόπο ζωής. Αυτή είναι η διαφορά”, επεσήμανε ένας διαμαρτυρόμενος φίλος της Μπορούσια.

ΤΟ (ΜΗ) ΗΘΙΚΟ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ

Η αλήθεια είναι ότι επιφανειακά υπάρχει προκλητική διαφορά στην αντιμετώπιση των φιλάθλων της Λειψίας σε σχέση με αυτήν των υπολοίπων συλλόγων. Ένας φίλος της Ντόρτμουντ καταβάλλει 62 ευρώ ανά έτος για να γίνει ένα από τα 139.000 “χρυσά μέλη” και ένας φίλος της Μπάγερν από 30 μέχρι 60 ευρώ για να θέτει βέτο σε ζητήματα όπως οι τιμές των εισιτηρίων, οι χορηγικές συμφωνίες ή η εκλογή προέδρου. Τα μέλη στη Λειψία πρέπει να συνεισφέρουν με 1.000 ευρώ τον μήνα, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ενώ αυξήθηκαν μόλις σε… 17 μετά από την επιβολή αλλαγής μεθόδου εγγραφής από τη λίγκα, για να αδειοδοτηθεί ο σύλλογος.

Υπάρχει και ο αντίλογος, όμως, αφού εν έτει 2016, η Μπάγερν έχει ως χορηγούς εταιρίες όπως η Telekom, η Adidas, η Allianz, η DHL, η Gigaset, η Dunlop, η Lufthansa, η Tipico, η Coca Cola και μερικούς ακόμα. Στο μετοχολόγιό της, το 8,33% των Adidas, Allianz και Audi είναι πιο ισχυρό από το 75% των φιλάθλων, όταν έρχεται η ώρα των πιο κρίσιμων αποφάσεων.

Η Λεβερκούζεν διοικείται από την “Bayer”, μία φαρμακευτική εταιρία που στήριξε το κόμμα των Ναζί και που προ μηνών προέβη στη μεγαλύτερη εξαγορά επιχείρησης με τη χρήση ρευστού στην ιστορία, αποκτώντας την εταιρία μεταλλαγμένων λιπασμάτων “Monsanto” έναντι 63.200.000.000 ευρώ.

Η Σάλκε χρηματοδοτείται από τη ρωσική κρατική εταιρία φυσικού αερίου “Gazprom”, που θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους παραβάτες του κόσμου όσον αφορά την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με την εμπλοκή της στην κρίση της Ουκρανίας να αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Εν τούτοις, κανείς φίλαθλος δεν αντιδρά στην ανάμιξη τέτοιων εταιριών στο ποδόσφαιρο αρχών και ηθικής, όπως αυτοπροσδιορίζεται το γερμανικό.

Η Λειψία ήρθε για να μείνει

Η εισχώρηση της Red Bull στο γερμανικό ποδόσφαιρο έγινε άγαρμπα, με μπόλικες αμφιλεγόμενες μεθόδους και με αψήφιση νόμων και κανονισμών. Σε μία πρώην Ανατολική Γερμανία, όμως, που 27 χρόνια μετά από την ενοποίηση δεν έχει καταφέρει να συμπεριλάβει μία επιχείρησή της στον δείκτη DAX του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης με τις 30 μεγαλύτερες εταιρίες της χώρας σε όγκο συναλλαγών και κεφαλαιοποίησης, η συνολική επένδυση των 300.000.000 ευρώ της Red Bull στην ομάδα και στην πόλη μοιάζει με “φιλί ζωής”. Η ανταπόκριση φαίνεται από τους 28.616 φιλάθλους που βρίσκονταν μόνιμα στο γήπεδο για αγώνες της δεύτερης κατηγορίας το 2015-2016 και το σχεδόν μόνιμο φετινό sold out, για μία ομάδα χωρίς ιστορία, χωρίς παράδοση, χωρίς δεσμούς με την κοινωνία.

Ακόμα κι αν δεν έχουν περάσει τα είκοσι χρόνια που απαιτεί η λίγκα ώστε μία εταιρία να αποδείξει την αγάπη της για τον σύλλογο που στηρίζει οικονομικά και να μπορεί να αποκτήσει το πλειοψηφικό πακέτο, η δουλειά που γίνεται στις ακαδημίες του συλλόγου είναι υποδειγματική. Οκτώ Γερμανοί παίκτες των μικρών εθνικών ομάδων ανήκουν στις ομάδες τις Λειψίας, έστω κι αν στο περσινό ρόστερ υπήρχαν μόλις δύο παίκτες από την Ανατολική Γερμανία και μόλις ένας από τη Λειψία.

Στο παρελθόν, ο σύλλογος έχει κατηγορηθεί για την υπερβολικά επιθετική πολιτική όσον αφορά στην απόκτηση των πιο ταλαντούχων παιδιών από τη Γερμανία και την Ανατολική Ευρώπη για τη στελέχωση των ακαδημιών, ωστόσο ο Ράνγκνικ υπεραμύνεται των πρακτικών αυτών, υποστηρίζοντας ότι ταιριάζουν στις μεγάλες φιλοδοξίες του συλλόγου.

Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ – ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΤΗΣ ΜΠΑΓΕΡΝ

Οι πολύπειροι άνθρωποι της Μπάγερν έχουν διαγνώσει τον “νέο παίκτη” στο τραπέζι του πόκερ και λειτουργούν όπως και με τους υπόλοιπους αντιπάλους τους. Ο πρόεδρος του εκτελεστικού συμβουλίου, Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε μοιάζει να αποδέχεται την ύπαρξη της Λειψίας: “Είναι ΟΚ, θέλουμε συναισθήματα στο ποδόσφαιρο. Είμαστε στην κορυφή, η Λειψία είναι δεύτερη και όλα είναι υπέροχα. Παίζουν με τα όπλα που διαθέτουν”. Παρ’ όλα αυτά, δεν λησμονεί να ρίξει την αιχμή του, ώστε να επιβεβαιώσει ποιος είναι ο… σερίφης στην πόλη: “Η Λειψία έχει καλό πρόγραμμα, παίζει πάντα Σάββατο, Σάββατο. Μπορεί να ξεκουραστεί μέσα στην εβδομάδα, ενώ οι άλλοι παίζουν σε κύπελλο, Champions League ή κάτι άλλο”.

Ο Ούλι Χένες, που προσφάτως επέστρεψε στον προεδρικό θώκο των Βαυαρών, έκανε αυτό που γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα, προσπάθησε να αποσταθεροποιήσει έναν αντίπαλο, “απειλώντας” τον ότι η Μπάγερν είναι σε θέση να του αρπάξει ό,τι καλύτερη διαθέτει. Εν προκειμένω, ο προπονητής, Ραλφ Χάζενχουτλ. “Εάν επιλέξουμε να αναζητήσουμε στο μέλλον έναν προπονητή που μιλάει γερμανικά, τότε σίγουρα είναι ένας από τους τρεις υποψηφίους. Δεν τίθεται το παραμικρό θέμα τώρα. Πρώτα πρέπει να αποκτήσει προπονητική εμπειρία, να λερώσει τα χέρια του, αλλά ποτέ δεν μπορείς να πεις τι μπορεί να συμβεί σε πέντε χρόνια στο ποδόσφαιρο”, προειδοποίησε στο “Kicker“.

ΦΑΒΟΡΙ ΓΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΣΗ, ΜΕΧΡΙ ΤΟ… 2023 Ο ΤΙΤΛΟΣ

Η Λειψία κρατάει χαμηλά τους τόνους και ως είθισται με ομάδες όπως η Ντόρτμουντ, η Σάλκε και η Λεβερκούζεν, επαναλαμβάνει διαρκώς τη φράση “Wir sind kein Bayern-Jäger” (“δεν είμαστε οι κυνηγοί της Μπάγερν”). Οι αριθμοί διαφωνούν με τους ανθρώπους της ομάδας, αφού μετά από τις πρώτες 15 αγωνιστικές, η πρόγνωση των βαθμών στην τελική κατάταξη τη φέρνει τη δεύτερη θέση με 61,9. Η Ντόρτμουντ βρίσκεται πιο πίσω με 58,2, ενώ Λεβερκούζεν και Σάλκε δεν φαίνονται ούτε να την απειλούν. Μάλιστα, το μοντέλο του “Goalimpact” δίνει 10,5% πιθανότητες ακόμα και να κατακτήσει τον τίτλο, ενώ οι πιθανότητες να μείνει εκτός τετράδας και Champions League έχουν περιοριστεί σε 6,4%.

“Δεν θέλω να είμαι 80 μέχρι η ΡΜΠ Λειψίας να κατακτήσει τον πρώτο τίτλο της Bundesliga”, διεμήνυσε πέρυσι ο 62χρονος Μάτεσιτς, στέλνοντας μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση. Μήνυμα ίσως όχι πιο ηχηρό από αυτό που βλέπουν οι παίκτες του Χάζενχουτλ στους φράχτες του προπονητικού κέντρου, που είναι γεμάτοι με ατάκες έμπνευσης από σπουδαίους ανθρώπους του αθλητισμού. Μία εξ αυτών ανήκει και στον Γιουσέιν Μπολτ: “Ποτέ μη θέσεις όρια για τον εαυτό σου. Τίποτα δεν είναι αδύνατο”.

Η ΡΜΠ Λειψίας γεννήθηκε “αμαρτωλή”, στο αθλητικό τμήμα του μάρκετινγκ της “Red Bull GmbH” στα γραφεία της στην Αυστρία και χτίστηκε πάνω σε κάθε τι που απεχθάνεται ένας παραδοσιακός φίλαθλος, όπως αναφέρει το “World Soccer”: “Αλόγιστη εμπορευματοποίηση, έλλειψη σύνδεσης και ιστορίας με την τοπική κοινωνία και νεοπλουτίστικες μεταγραφικές σπατάλες”.

Πήρε τη θέση ενός “traditionsverein”, ενός παραδοσιακού συλλόγου της χώρας όπως η Στουτγκάρδη και το μίσος εναντίον της αυξήθηκε. Μοιάζει με έναν Ντόναλντ Τραμπ που δεν μπορεί να αποφύγει η Bundesliga και οι υπόλοιποι φίλαθλοι. Με τις δηλώσεις του προέδρου του τμήματος ποδοσφαίρου της Red Bull, Όλιβερ Μίντσλαφ, περί ακύρωσης του νόμου “50%+1” επιτείνεται η κόντρα με τις παραδοσιακές δυνάμεις που φοβούνται την αλλοτροίωση από την είσοδο κι άλλων επενδυτών με αντίστοιχες περίεργες μεθόδου και δη από την Κίνα.

Αδιαμφισβήτητα, όμως, είναι εδώ για να μείνει και ίσως να μιμηθεί το κατόρθωμα των Σουηβών το 2007, όταν από το πουθενά, κατάφεραν να στεφθούν πρωταθλητές Γερμανίας. Ο προπονητής της Δυτικής Γερμανίας που οδήγησε ανέλπιστα τα “πάντσερ” στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1954, Ζεπ Χέρμπεργκερ, είχε δηλώσει κάποτε: “Γνωρίζετε γιατί ο κόσμος πηγαίνει στο γήπεδο; Επειδή δεν ξέρει πώς τελειώνει το ματς”. Ο κόσμος της ΡΜΠ Λειψίας πηγαίνει στο γήπεδο. Και κάνει sold out.

 

 

πηγή: sport24.gr

Winmasters Welcome Bonus 100% μέχρι €111!